Η ομιλία μου στην 63η σύνοδο πρυτάνεων (Κως, 1/5/2010)

17 / 05 / 2010

Κύριοι πρυτάνεις και αντιπρυτάνεις,

Σας ευχαριστώ για την πρόσκληση.

Σας μεταφέρω και τον χαιρετισμό της Υπουργού, η οποία, λόγω των υποχρεώσεων στην Βουλή για το νομοσχέδιο, δεν μπόρεσε να έλθει.

Είναι μια ενδιαφέρουσα συγκυρία το ότι έχετε σήμερα την 63η σύνοδο. Συμβαίνει να θυμάμαι την 1η  σύνοδο στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και τις διαβουλεύσεις που προηγήθηκαν. Θα ήταν χρήσιμη μια ιστορική αναδρομή στην περίοδο που πέρασε. Θα επανέλθω σύντομα με ένα σχόλιο.

Ζούμε την μεγαλύτερη μεταπολεμική κρίση που πέρασε η χώρα μας. Η κρίση αυτή αποτελεί, όμως, και ευκαιρία για τα πανεπιστήμια.
Αν κανείς δει ιστορικά την εξέλιξη των πανεπιστημίων διεθνώς, θα παρατηρήσει ότι όλες οι μεγάλες αλλαγές ήταν αποτέλεσμα μεγάλων κρίσεων. Και όχι μόνο αυτό. Σε μεγάλες κρίσεις, τα πανεπιστήμια αποτέλεσαν κινητήριο μοχλό υπέρβασης των κρίσεων. Σε άλλες περιόδους, η απαξίωση των πανεπιστημίων συνέβαλε στην δημιουργία κρίσεων.

Η ευρύτερη διεθνής οικονομική κρίση που εκδηλώθηκε το 2008 συνετάραξε την λειτουργία των πανεπιστήμιων. Όσοι παρακολουθούν τις εξελίξεις γνωρίζουν τι έχει συμβεί. Η κρίση αυτή επηρέασε το ίδιο τα μεγάλα ιδιωτικά πανεπιστήμια όπως το Harvard, το Stanford και το Yale, αλλά και τα σημαντικότερα δημόσια όπως του Berkeley και του Sydney.

Πέρυσι, έγιναν διεθνείς συναντήσεις, όπου συζητήθηκε το μέλλον των πανεπιστημίων σε συνέχεια της κρίσης. Ήδη, πολλά πανεπιστήμια αλλάζουν φυσιογνωμία ώς αποτέλεσμα αυτής.

Ας έλθουμε στα δικά μας.

Μίλησα για ιστορική αναδρομή. Στο τέλος της δεκαετίας του ’80, όταν έγινε η πρώτη σύνοδος, μιλούσαμε για την σύνθεση των εκλεκτορικών σωμάτων και τις επιτροπές ερευνών. Σήμερα, συμβαίνει το ίδιο. Μιλάμε για τα ίδια πράγματα. Υπάρχουν, μάλιστα, τροπολογίες στην Βουλή για τα θέματα αυτά που εσείς ζητήσατε.

Στην 20ετία που μεσολάβησε, έγιναν προσπάθειες μεταρρυθμίσεων και απέτυχαν.

Τέτοιες αλλαγές επεδίωξαν χωρίς επιτυχία υπουργοί που παρέμειναν για μεγάλο χρονικό διάστημα (Γιώργος Σουφλιάς, Γεράσιμος Αρσένης, Μαριέττα Γιαννάκου). Αιτία της αποτυχίας ήταν, κατά την γνώμη μου, η εσωστρέφεια των προσπαθειών αυτών. Γιατί η εσωστρέφεια  μας εξωθεί να καταπιανόμαστε με τα τεχνικά προβλήματα του μικρόκοσμου που δημιουργήσαμε και να χάνουμε την ευρύτερη εικόνα, κάνοντας μικρορυθμίσεις/μερεμέτια αντί για τις δομικές αλλαγές που χρειάζονται.

Όπως είχε πει ο πρωθυπουργός σε ομιλία του στην Βουλή ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το ελληνικό πανεπιστήμιο όπως το ξέραμε έχει κλείσει  τον κύκλο του.

Γιατί όμως αντίστοιχες προσπάθειες σε άλλες χώρες ήταν επιτυχείς;

Γιατί προσπάθησαν να δουν μακριά και να ακολουθήσουν πετυχημένες πρακτικές και όχι να πρωτοτυπήσουν. Και είτε θέλουμε να το παραδεχθούμε είτε όχι, οι πρακτικές αυτές έχουν σημειωθεί κυρίως στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Αυτές τις προσεγγίσεις χρησιμοποίησαν χώρες όπως η Δανία, η Φινλανδία, η Γαλλία, το Λουξεμβούργο, και η Νορβηγία, για να αναφέρω μερικές.

Τα μικρά Γαλατικά χωριά που έχουν τον μαγικό ζωμό και μπορούν και αντιστέκονται και λειτουργούν με τους δικούς τους όρους, ανεξάρτητα από τον υπόλοιπο κόσμο, υπάρχουν μόνο στα κόμικς.

Ήρθε η ώρα για μια άλλη λειτουργία του πανεπιστημίου, για μία δομική αλλαγή, που θα βασίζεται στην αυτοτέλεια σε συνδυασμό με την κοινωνική λογοδοσία. Πριν αναφερθώ πιο εκτενώς σ’ αυτήν, θα θίξω μερικά επιμέρους θέματα και πολιτικές.

Έρευνα
Η ενσωμάτωση ΓΓΕΤ στο Παιδείας αποτελεί μια σημαντική πολιτική επιλογή της κυβέρνησης.  Στόχος είναι να οδηγηθούμε σε μια ουσιαστική πολιτική έρευνας που θα αλλάξει πλήρως την μέχρι σήμερα ακολουθούμενη πρακτική της απλής κατανομής χρημάτων. Διατυπώσεις όπως «χρειάζεται ζεστό χρήμα»,  «τα πανεπιστήμια έχουν στεγνώσει», σε σχέση με τα κονδύλια του ΕΠΕΑΕΚ δεν συνάδουν με πολιτική έρευνας. Έρευνα με όρους αγοράς δεν γίνεται.  Δεν θα μοιράζουμε τριχίλιαρα, όπως έγινε με τις φωτιές.

Επίσης, η χρήση εξωτερικών αξιολογητών αποτελεί κυβερνητική επιλογή.
Στον Ηράκλειτο έγινε ήδη. Στον Θαλή θα πάμε ένα βήμα παραπέρα. Θα ζητηθεί περίληψη των προτάσεων που έχουν υποβληθεί στα αγγλικά σε ηλεκτρονική μορφή για να χρησιμοποιηθούν και ξένοι αξιολογητές. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κατάλληλοι και αξιόλογοι επιστήμονες στην Ελλάδα για να αξιολογήσουν ερευνητικές προτάσεις. Πρέπει, όμως, να ξεφύγουμε από την εσωστρέφεια και τα κριτήριά μας να ανταποκρίνονται στις διεθνείς πρακτικές. Φαντάζομαι ότι και σε άλλες χώρες –περιλαμβανομένων των περισσότερο «προηγμένων» ερευνητικά– υπάρχουν κατάλληλοι επιστήμονες για να αξιολογήσουν ερευνητικές προτάσεις. Παρ’ όλα αυτά ,όμως, ακολουθούν αυτήν την πρακτική. Πρέπει, επομένως, να ξεπεράσουμε εσωστρεφή συμπλέγματα.

Μου έκανε εντύπωση ότι, πριν από μερικούς μήνες, μου ζητήθηκε να αξιολογήσω ερευνητική πρόταση που είχε υποβληθεί στην Πορτογαλία. Πρόταση που είχε υποβληθεί στα αγγλικά και που όλα τα στοιχεία τόσο της πρότασης όσο και της αξιολόγησης γίνονται μέσω ιστοσελίδας. Δεν βλέπω γιατί η Ελλάδα πρέπει να υστερεί σε αυτό το σημείο.

Η ενσωμάτωση της έρευνας στο Υπουργείο Παιδείας επιτρέπει και άλλους προβληματισμούς πολιτικής. Ποιες πρέπει να είναι οι σχέσεις των ερευνητικών κέντρων με τα πανεπιστήμια; Πώς πρέπει να συνεργάζονται; Άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν προχωρήσει σε συγχωνεύσεις ερευνητικών κέντρων και πανεπιστημίων. Ποιοι λόγοι που τους οδήγησαν σε αυτή την απόφαση; Ποια ήταν τα αποτελέσματα;

Ο διαχωρισμός της έρευνας σε βασική και εφαρμοσμένη αποκτά όλο και λιγότερη σημασία – ιδιαίτερα, με την όλο και περισσότερο αυξανόμενη βαρύτητα που αποδίδεται στην διεπιστημονική έρευνα (interdisciplinarity). Άλλωστε, η βασική έρευνα έχει πολλές φορές οδηγήσει σε διαφορετικές χρονικές στιγμές σε εξαιρετικά σημαντικά πρακτικά αποτελέσματα.

 Αυτό στο οποίο πρέπει να επικεντρώνεται κανείς είναι η ποιότητα.

Πρέπει να μελετήσουμε  με προσοχή και την σχέση έρευνας και βιομηχανίας/επιχειρήσεων. Να δούμε πώς μπορούμε να επιδιώξουμε την μεταφορά τεχνογνωσίας (technology transfer) με ταυτόχρονη προάσπιση της θεμελιώδους αποστολής του πανεπιστημίου να παράγει έρευνα χωρίς εξωτερικές δεσμεύσεις. Στο εξωτερικό, ολο και περισσότερο επιχειρήσεις/βιομηχανίες  (πχ. Bell Labs, Microsoft Research) συνεργάζονται ή αναθέτουν ερευνητικά προγράμματα. Πώς μπορούμε να επιδιώξουμε το πανεπιστήμιο να προσφέρει το μέγιστο που μπορεί στην κοινωνία, πέραν του εκπαιδευτικού του έργου;

Αποκλειστικό κριτήριο για την χρηματοδότηση της έρευνας πρέπει να είναι η αριστεία. Χρειάζεται να χρηματοδοτούνται τολμηρές και φιλόδοξες  προτάσεις, έστω και αν τα αναμενόμενα αποτελέσματα δεν είναι «σίγουρα».

Τέλος, πρέπει να μειωθεί η γραφειοκρατία όπως προσπαθούν να κάνουν ξένοι εθνικοί ή και διεθνείς ερευνητικοί οργανισμοί όπως το NSF των ΗΠΑ και το ERC της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Επί μέρους θέματα:

Συγγράμματα:  Όπως γνωρίζετε,  αποτελεί κυβερνητική πολιτική η αντικατάσταση του συστήματος συγγραμμάτων με το ψηφιακό βιβλίο.
Θα παρακαλούσα όπως η σύνοδος ορίσει μια επιτροπή για να συζητήσουμε τα θέματα που αφορούν τους συγγραφείς και την αποζημίωσή τους για τα συγγραφικά δικαιώματα.

Η ομοιομορφία στην εκπαίδευση: Πρέπει πλέον να ξεφύγουμε από την πρακτική αυτή. Διαχρονικά στην Ελλάδα εθεωρείτο ότι η ομοιομορφία εξασφαλίζει ισότητα ευκαιριών. Είναι βέβαιο ότι, ακόμα και αν αυτό ήταν αλήθεια μέχρι κάποια στιγμή, δεν συμβαίνει πλέον. Οι μελέτες δείχνουν όλο και περισσότερο ότι στις σχολές υψηλής ζήτησης γίνονται δεκτοί νέοι από οικογένειες που έχουν κοινωνικά και οικονομικά πλεονεκτήματα. Πρέπει να δείξουμε την ευελιξία να προσαρμόσουμε το δόγμα των ίσων ευκαιριών –διότι πρέπει να είναι δόγμα – στις παρούσες συνθήκες. Μία πολιτική που ήταν προοδευτική πριν από 20 χρόνια δεν παραμένει απαραίτητα προοδευτική σήμερα. Δεν είναι τυχαίο που στην Γαλλία, όπου η ομοιομορφία αποτελούσε οδηγό στο όνομα της δημοκρατικής ισότητας, επικρατεί σήμερα έντονος προβληματισμός για τις στρεβλώσεις που αυτή πλέον δημιουργεί σήμερα.

Προχωρώντας και σε άλλα ζητήματα, νομίζω ότι αυτά μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις κατηγορίες.

Η πρώτη κατηγορία αφορά προβλήματα, η επίλυση των οποίων εξαρτάται από την πολιτεία. Μεταξύ αυτών είναι θέματα που θέσατε εδώ,  όπως  π.χ. οι τετραετείς προγραμματισμοί, τα μεταπτυχιακά προγράμματα, οι νέες θέσεις διδασκόντων, ο χωροταξικός σχεδιασμός των ιδρυμάτων, τα επαγγελματικά δικαιώματα, η διάρκεια σπουδών, οι απονεμόμενοι τίτλοι κλπ. Όσα από αυτά έχουν οικονομική διάσταση θα εξετασθούν όταν σταθεροποιηθεί η οικονομική κατάσταση  και έχουμε σαφή εικόνα των οικονομικών δυνατοτήτων του κράτους. Το θεσμικό τους μέρος θα αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο των αλλαγών που θα δρονολογηθούν.

Η δεύτερη κατηγορία αφορά προβλήματα, για την δημιουργία των οποίων την ευθύνη έχει η πολιτεία, αλλά καθοριστική συμβολή στην διόγκωσή τους είχαν  και τα ίδια τα πανεπιστήμια. Για να αναφέρω μερικά παραδείγματα, μιλώ για την προσπάθεια αύξησης των μελών ΔΕΠ χωρίς να υφίστανται πραγματικές ανάγκες, την αλόγιστη συγκρότηση προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών (ο αριθμός των οποίων έχει φθάσει ήδη στα 511),  και την αλόγιστη δημιουργία τμημάτων. Όλα τα πανεπιστήμια έκαναν προτάσεις για την δημιουργία νέων τμημάτων και κανένα -μα κανένα- δεν προχώρησε στην δημιουργία νέων προγραμμάτων σπουδών που να είναι περισσότερο ευέλικτα και να έχουν μικρότερο κόστος. Και αυτό γιατί, ίσως,  δεν υπήρχε το κίνητρο.

Η τρίτη κατηγορία αναφέρεται σε θέματα που δεν γνωρίζω αν τέθηκαν στην σύνοδό σας και αφορούν την ακαδημαϊκή δεοντολογία και κουλτούρα, αλλά και την διαφάνεια, και τα οποία αποτελούν αποκλειστικά εσωτερική υπόθεση των πανεπιστημίων, για τα οποία η κατάσταση δεν φαίνεται να είναι ικανοποιητική.  Αναφέρομαι, για παράδειγμα, στον έλεγχο των εκλογών μελών ΔΕΠ (όχι μόνο στον έλεγχο νομιμότητας αλλά και στον έλεγχο της ουσίας και της ποιότητας των εκλογών), στην διαφάνεια της διαχείρισης των επιτροπών ερευνών, στην λογοκλοπή κλπ.

Θα κάνω, τέλος, μια αναφορά στις θητείες των πρυτανικών αρχών μια και τέθηκε αυτό το θέμα. Η ηγεσία του υπουργείου πήρε, από την αρχή, σαφή θέση για να μην δημιουργηθεί η καχυποψία ότι η θέση αυτή αφορά πρόσωπα. Πιστεύουμε ότι οι νομοθετικές ρυθμίσεις πρέπει να γίνονται όταν κανείς έχει να φέρει κάτι το νέο και το καλύτερο από αυτό που ισχύει και όχι απλά για να ακυρώσει μια ενέργεια των προκατόχων του. Και εμείς πιστεύουμε ότι αλλαγή στο θέμα αυτό πρέπει να γίνει όταν αποφασίσουμε ακριβώς τι περιμένουμε από την διοίκηση των πανεπιστημίων. Προς το παρόν, αυτό που αποφασίσαμε είναι η ηγεσία του υπουργείου να μην έχει την παραμικρή εμπλοκή στις εκλογές πρυτάνεων. Και αυτό το εφαρμόζουμε με συνέπεια. Ο ίδιος, αν και πανεπιστημιακός, δεν γνωρίζω καν ποιοι είναι υποψήφιοι στα διάφορα πανεπιστήμια. Για λόγους τάξεως, δεν έχω συναντήσει –και αποφεύγω να συναντήσω- οποιονδήποτε είναι ή έχει πρόθεση να είναι υποψήφιος.

Το παρόν και το μέλλον

Πολλοί έχουν διατυπώσει την άποψη ότι, για να είναι αποτελεσματική η οποιαδήποτε αλλαγή στην εκπαίδευση, πρέπει να είναι αποτέλεσμα ευρύτερης συναίνεσης.

Το 2007, υπήρξε μια τέτοια ευκαιρία που, δυστυχώς, χάθηκε. Όταν εσυζητείτο το νομοσχέδιο της τότε κυβέρνησης στην επιτροπή μορφωτικών υποθέσεων, ο σημερινός πρωθυπουργός παρέστη στην επιτροπή μορφωτικών υποθέσεων (ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο) και πρότεινε ένα λιτό σχέδιο νόμου που θα έδινε πλήρη αυτοτέλεια στα πανεπιστήμια με ταυτόχρονη κοινωνική λογοδοσία. Η τότε υπουργός και η κυβέρνηση απέρριψαν αυτή την πρόταση χωρίς καν να την συζητήσουν. Δυστυχώς, οδηγηθήκαμε και πάλι σε μια ακόμα αποτυχημένη μεταρρύθμιση, παρά τις μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις που προηγήθηκαν. Όπως και σε παλαιότερες περιπτώσεις, σπαταλήθηκε ένα τεράστιο κοινωνικό κεφάλιο «ανοχής» και δημιουργήθηκε μία σύγκρουση επι τη βάσει ζητημάτων που ήταν δευτερεούσης σημασίας – πράγμα που το απέδειξε και η συνέχεια.

Ας έλθουμε τώρα στο μέλλον. Έφτασε πια ο χρόνος  να αφήσουμε οριστικά πίσω την εσωστρέφεια και την ανακύκλωση των προβλημάτων του παρελθόντος με επί μέρους ρυθμίσεις και αλλαγές διατάξεων.

Όπως έχει πει και η Υπουργός, μέχρι το τέλος Ιουνίου, θα ανακοινώσουμε τις κατευθύνσεις των δομικών αλλαγών που θα επιδιώξουμε για τα πανεπιστήμια.

Βάση των αλλαγών αυτών θα είναι η πρόταση Γ. Παπανδρέου του 2007, που περιλαμβάνεται και στο προεκλογικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ για πλήρη αυτοτέλεια των πανεπιστημίων σε συνδυασμό με αξιολόγηση και κοινωνική λογοδοσία – πρόγραμμα, του οποίου την ευθύνη είχε η σημερινή υπουργός παιδείας.

Οι αλλαγές αυτές θα στηρίζονται στις εξής αρχές:

  • Διαμόρφωση πλαισίου για μια νέα σχέση μεταξύ της πολιτείας και του πανεπιστημίου
  • Προσδιορισμός των  όρων και προϋποθέσεων που είναι απαραίτητοι για να απομακρυνθεί το πανεπιστήμιο από τον άμεσο έλεγχο της πολιτείας προς ένα σύστημα, όπου τα πανεπιστήμια θα απολαμβάνουν πλήρη αυτονομία με υποχρέωση απολογισμού των πεπραγμένων τους.
  • Καθορισμός μιας δέσμης προτάσεων οι οποίες θα επιτρέπουν την δημιουργία αυτών των προϋποθέσεων μέσα στο πλαίσιο  των υπαρχόντων περιορισμών του Συντάγματος για την επίτευξη του στόχου αυτού.

Οι προτάσεις αυτές θα αναφέρονται:

  • Σε ένα νέο μοντέλο διοίκησης, όπου η κοινωνία θα έχει μεγαλύτερη συμμετοχή στην στρατηγική ανάπτυξης των πανεπιστημίων.
  • Σε νέα μορφή λειτουργίας, όπου τα ελληνικά πανεπιστήμια θα γίνουν αυτόνομα ιδρύματα και θα είναι υπεύθυνα απέναντι στην κοινωνία. 
  • Στην μεταφορά της πλήρους ευθύνης διαχείρισης των οικονομικών, συμπεριλαμβανομένης και της μισθοδοσίας ολοκλήρου του προσωπικού, στα ίδια τα πανεπιστήμια.
  • Στον προσδιορισμό της σχέσης διδασκαλίας και έρευνας με κατεύθυνση την σύζευξη  έρευνας και εκπαίδευσης.
  • Στον καθορισμό της σχέσης μεταξύ πανεπιστημίων και βιομηχανίας με στόχο την διασφάλιση του βασικού σκοπού του πανεπιστημίου για παραγωγή βασικής έρευνας, με ταυτόχρονη προαγωγή της μεταφοράς γνώσης/τεχνολογίας προς όφελος της κοινωνίας.

Οι παραπάνω προϋποθέσεις πρέπει μεταξύ άλλων να συνεπάγονται:

  • Την διαμόρφωση από κοινού προσυμφωνούμενων σκοπών  (τόσο σε επίπεδο ιδρύματος όσο και σε επίπεδο τμημάτων) και τον καθορισμό συγκεκριμένων,  επιτεύξιμων, μετρήσιμων επί μέρους στόχων, σε συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα για την πραγματοποίηση  των σκοπών αυτών. Τέτοιοι μετρήσιμοι στόχοι μπορεί να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τον αριθμό των εισακτέων αλλά και των πτυχιούχων  εντός της χρονικής περιόδου της διάρκειας των σπουδών, την απορροφητικότητα των πτυχιούχων στην αγορά εργασίας μέσα σε συγκεκριμένο χρόνο από την απόκτηση του πτυχίου, τον αριθμό των αποτελεσματικών συνεργασιών και διασυνδέσεων στο πλαίσιο της ευρύτερης ακαδημαϊκής κοινότητας ή / και της κοινωνίας.
  •  Την αξιολόγηση από την πολιτεία ή από ανεξάρτητη αρχή της απόδοσης κάθε πανεπιστημίου με βάση συγκεκριμένες προγραμματικές συμφωνίες μεταξύ του πανεπιστημίου και της πολιτείας.
  • Την δυνατότητα των πανεπιστημίων να αποφασίζουν σχετικά με την οργανωτική δομή και την διοίκηση του ιδρύματος, θέματα χρηματοδότησης, προσλήψεις προσωπικού και ακαδημαϊκά θέματα, εντελώς ανεξάρτητα από το κράτος- υπό ορισμένους ευρείς κανόνες και αρχές, η διερεύνηση των οποίων θα αποτελέσει μέρος του προβληματισμού.

Αυτά μπορούν να γίνουν μόνο σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια. Και αυτό θα κάνουμε, επιδιώκοντας μία γόνιμη ζύμωση με την ακαδημαϊκή κοινότητα και φυσικά την κοινωνία. Στο πλαίσιο, όμως, της ανωτέρω πολιτικής στρατηγικής. Διότι η κυβέρνηση δεν είναι τροχονόμος απόψεων, και στην πολιτική δεν νοείται να μιλάμε για tabula rasa. Υπάρχει πολιτική, την οποία ανέθεσαν οι πολίτες στην κυβέρνηση να υλοποιήσει στις περασμένες εκλογές.

Σας ευχαριστώ.

1.211 Εμφανίσεις
  1. Αγαπητέ κ. Πανάρετε,

    Θα ξεκινήσω λέγοντας πως φυσικά συμφωνώ απόλυτα μαζί σας στην «Αριστεία».
    Επιτρέψτε μου όμως να σας θυμίσω ότι η πολιτική είναι η «τέχνη του εφικτού» και το ζητούμενο για όποιον διοικεί δεν είναι μόνο οι προθέσεις αλλά κυρίως ο τρόπος που διαλέγει να τις υλοποιήσει.

    Επειδή το μόνο δείγμα γραφής σας που γνωρίζω είναι ο χειρισμός σας στο θέμα του Ηράκλειτου, θα ήθελα να εκφράσω τις εξής διαφωνίες μου

    – Στο θέμα των ελλήνων του εξωτερικού:
    Πως επιλέχθηκαν (ήταν άνθρωποι που γνωρίζετε, που γνωρίζουν άνθρωποι που γνωρίζετε;) Κατά την ταπεινή μου γνώμη, δεν είναι δυνατόν να ξέρει κάποιους τους καλύτερους σε κάθε τομέα της επιστήμης και επίσης δε σημαίνει ότι οι καλύτεροι είναι και οι πιο δίκαιοι ή οι πιο αμερόληπτοι.
    Επίσης, διαφωνώ κάθετα με τη νοοτροπία ότι οι Έλληνες του εσωτερικού δεν είναι ούτε άριστοι, ούτε δίκαιοι.

    – Το πνεύμα του Ηράκλειτου ήταν να χρηματοδοτηθούν νέοι επιστήμονες ώστε να μπορούν ανενόχλητοι να ασχοληθούν με την έρευνα τους.
    Δίνοντας τα χρήματα μετά από πάνω από ενάμισι χρόνο αναδρομικά τους λέμε τι: παιδιά, δεν πειράζει που τόσο χρόνια κάνατε άλλες δουλειές για να ζήσετε, τώρα μπορείτε να αγοράσετε ένα αυτοκίνητο!

    – Πολλές από τις προτάσεις που έχουν υποβληθεί δεν έχουν προχωρήσει ικανοποιητικά για διάφορους λόγους (και οικονομικούς). Το αποτέλεσμα της κρίσης στην καλύτερη περίπτωση θα να είναι τέτοιο που θα βραβεύσει άριστες προτάσεις αλλά συχνά προτάσεις που δεν έχουν προχωρήσει.

    Πιστεύω ότι αν οι προτάσεις είχαν αξιολογηθεί έγκαιρα το παραγόμενο επιστημονικό έργο θα ήταν καλύτερο από αυτό που θα προκύψει μετά από αυτήν την καθυστέρηση.
    Αυτό τελικά δεν ήταν και το ζητούμενο;

    Ευαγγελία Πιτουρά
    Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
    http://www.cs.uoi.gr/~pitoura

    Σχόλιο by Ευαγγελία Πιτουρά — 17/05/2010 @ 23:26

  2. Σχετικά με τον Ηράκλειτο ΙΙ:
    Στην από 25/02/2010 επιστολή σας προς την κ. Ιφιγένεια Ορφανού, Ειδική Γραμματέα Διαχείρισης Προγραμμάτων Κ.Π.Σ., καθίσταται σαφές ότι πριν την ομολογουμένως δίκαια παρέμβασή σας, ζητήσατε και σας δόθηκε και νομική γνώμη για την (επιμένω, δίκαια) παρέμβασή σας επί της αρχικής προκήρυξης. Η ίδια νομική γνώμη, τι άποψη είχε σχετικά με το ότι η αρχική προκήρυξη προέβλεπε ρητά 6μηνη αξιολόγηση και η εν λόγω παρέμβαση έχει ήδη επιφέρει καθυστέρηση 8 επιπλέον μηνών; Σε μια τόσο καίρια και σε γενικές γραμμές δίκαια παρέμβαση, γιατί δε δόθηκε μέριμνα για επαναπρογραμματισμό των deadlines? Εσείς θα μπορούσατε να μας ανακοινώσετε μια τελική ημερομηνία (οποιαδήποτε, αλλά υπαρκτή) έστω ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων, αποτρέποντάς μας να πιστεψουμε πως τελικά επρόκειτο απλώς για μια κίνηση εντυπωσιασμού;

    Σχόλιο by Υποψήφιος διδάκτορας — 18/05/2010 @ 13:15

  3. κ. Πανάρετε, είναι κατ’αρχήν θέμα σεβασμού απέναντι σε τόσους υποψήφιους διδάκτορες, το να γνωστοποιήσετε ένα χρονοδιάγραμμα. Είναι κατανοητές οι αντικειμενικές δυσκολίες που αντιμετωπίζετε και θετική η διάθεσή σας να βελτιστοποιήσετε τις διαδικασίες, αλλά πρέπει επιτέλους ο δημόσιος τομέας να κινείται βάσει κάποιων ελάχιστων προϋποθέσεων, όπως είναι οι προθεσμίες. Σε περίπτωση που δεν το γνωρίζετε, καταναλώσαμε γύρω στον ένα μήνα (και δεν υπερβάλλω καθόλου), παγώνοντας την έρευνά μας, στη συγκέντρωση όλων των απαραιτήτων χαρτιών για τη σύνταξη της πρότασής μας, ώστε να προλάβουμε τις προθεσμίες. Το ελάχιστο που μπορείτε να κάνετε, λοιπόν, είναι να ανακοινώσετε κάποια -έστω μακρυνή- ημερομηνία…

    Σχόλιο by υποψήφιος διδάκτορας 2 — 18/05/2010 @ 22:26

Κανάλι RSS για τα σχόλια του άρθρου. TrackBack URL