Κύριε Πρωθυπουργέ, κυρία Υπουργέ αγαπητή Άννα, συνάδελφε Υπουργέ από την Πορτογαλία, θα σας προσφωνήσω «αγαπητοί συνάδελφοι», κύριοι Πρυτάνεις, είναι τιμή μου και χαρά μου να είμαι ανάμεσά σας και ευχαριστώ πολύ τον Πρωθυπουργό και την κα Διαμαντοπούλου για την πρόσκληση να είμαι εδώ.
Θέλω να ευχηθώ πρώτα απ’ όλα καλή επιτυχία στις προσπάθειες του Πρωθυπουργού για τη χώρα ολόκληρη και στην Υπουργό για τις προσπάθειες που κάνει για την παιδεία, τα έχουμε ανάγκη ως πολιτισμός και ως κοινωνία κι αν θέλετε, όντας τώρα στην Κύπρο έχω και μια ιδιοτέλεια. Ελπίζουμε να πετύχουν όλες οι μεταρρυθμίσεις γιατί ό,τι καλό γίνεται στην Ελλάδα δύσκολα εισάγεται στην Κύπρο, πράγματα που δεν είναι καλά εισάγονται ευκολότερα.
Όπως ανέφερε ο αγαπητός φίλος, ο Βασίλης Παπάζογλου, υπήρξα Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης για περισσότερο από 20 χρόνια. Γνωρίζω το σύστημα το ελληνικό πάρα πολύ καλά. Υπηρέτησα στη Σύγκλητο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για δυο θητείες, έφυγα για την Κύπρο μόλις είχε τελειώσει η θητεία μου ως Πρόεδρος του Τμήματος Ψυχολογίας και έτσι θα μιλήσω αν θέλετε ως «ημέτερος» και όχι ως προερχόμενος από μια άλλη χώρα. Άλλωστε ως Πρόεδρος της Συνόδου των Πρυτάνεων των κυπριακών Πανεπιστημίων, ήρθα στις Συνόδους των Πρυτάνεων εδώ πολλές φορές.
Κλείνοντας αυτή την εισαγωγή θέλω ν’ απευθύνω πρόσκληση ώστε μια από τις προσεχείς Συνόδους να γίνει στην Κύπρο, θα είναι καλό και για τη μια και για την άλλη χώρα, και για το ένα και για το άλλο σύστημα των Πανεπιστημίων.
Είμαστε και στην Κύπρο στη μέση μιας βαθιάς μεταρρύθμισης η οποία αφορά όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης, από την προδημοτική μέχρι την πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Πρέπει να πω ότι ως προς την πανεπιστημιακή εκπαίδευση που είναι το αντικείμενο της σημερινής Συνόδου, τα πράγματα είναι πολύ ευκολότερα για εμάς απ’ ό,τι είναι για σας, διότι το πανεπιστημιακό μας σύστημα είναι πολύ καινούργιο. Έχουμε Πανεπιστήμιο στην Κύπρο μόλις από το ’89, το Πανεπιστήμιο Κύπρου ιδρύθηκε το ’89, και αυτό σημαίνει ότι το σύστημα ήταν απαλλαγμένο από συμφέροντα διαπλεκόμενα, κατεστημένες νοοτροπίες και πάει λέγοντας, που όλοι ξέρουμε πάρα πολύ καλά.
Έτσι ξεκίνησε καλά και παρά ταύτα μέσα στα 20 χρόνια, αναπτύχθηκε πολύ ραγδαία. Από μηδέν Πανεπιστήμια το ’89 σήμερα έχουμε 7 Πανεπιστήμια, 3 δημόσια που λειτουργούν, 3 ιδιωτικά που λειτουργούν κι ένα τέταρτο που αρχίζει από το Σεπτέμβριο. Ήδη θεωρούμε ότι και η νομοθεσία και η οργάνωση χρειάζονται ν’ αλλάξουν. Και βέβαια αυτό συμβαίνει, και θα κλείσω την ομιλία μου με μια συζήτηση ως προς την ευθύνη που έχουν τα Πανεπιστήμια για τη μεταρρύθμιση των άλλων επιπέδων της εκπαίδευσης.
Έχουμε σε εξέλιξη μια βαθιά μεταρρύθμιση στη δημοτική και τη μέση εκπαίδευση και πρέπει να πω ότι οι δυσκολίες που συναντούμε σαν κυβέρνηση και σαν Υπουργός, είναι πολύ μεγαλύτερες στη Δημοτική και τη Μέση Εκπαίδευση, τόσο γιατί υπάρχουν πολύ ισχυρές συνδικαλιστικές Οργανώσεις, κατεστημένα συμφέροντα από παλιά, το βαθύ κυπριακό κράτος, υπάρχει και στην Κύπρο βαθύ κράτος, που διαπλέκεται με ποικίλους τρόπους, με τις δυσκολίες της ιστορίας της Κύπρου, με την εκκλησία και πάει λέγοντας.
Παρά ταύτα, όπως πολύ σωστά είπε ο Υπουργός από την Πορτογαλία, η κοινωνία είναι πάντα πιο μπροστά από εμάς, εννοώ τους εκπαιδευτικούς, τις Οργανώσεις τους και γι’ αυτό το λόγο παρά τις δυσκολίες, θεωρώ ότι προχωρούμε καλά και θα φέρουμε τη μεταρρύθμιση εις πέρας. Αν μάλιστα η ολοκλήρωσή της πέσει με τη λύση του Κυπριακού, τότε θα είμαστε όλοι ευτυχέστεροι.
Έχουμε λοιπόν όπως είπα, τρία δημόσια Πανεπιστήμια τα οποία βρίσκονται σε λειτουργία. Είναι το Πανεπιστήμιο Κύπρου το οποίο θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει ως τη ναυαρχίδα του εκπαιδευτικού μας συστήματος, εισήγαγε για πρώτη φορά φοιτητές το ’92, ακολούθησε το ανοιχτό Πανεπιστήμιο Κύπρου το 2006 και το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου του οποίου ήμουν ο ιδρυτικός Πρόεδρο της Διοικούσας Επιτροπής του το 2007.
Έχουμε όπως είπα, 4 ιδιωτικά Πανεπιστήμια, τρία που βρίσκονται σε λειτουργία από το 2006 και ένα που αρχίζει να λειτουργεί φέτος. Θα επικεντρωθώ λίγο πρώτα απ’ όλα στα δημόσιά μας Πανεπιστήμια. Τα δημόσιά μας Πανεπιστήμια είναι οργανωμένα ως προς τη Διοίκησή τους και τη σχέση τους με το κράτος όπως περίπου προτείνει η κα Διαμαντοπούλου να οργανωθούν τα ελληνικά Πανεπιστήμια με τη σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση.
Δηλαδή: Υπάρχει πλήρης ουσιαστικά αυτονομία από το κράτος, με την έννοια ότι διοικούνται από δύο Σώματα, τη Σύγκλητο, της οποίας προεδρεύει ο Πρύτανης ο οποίος εκλέγεται από το σύνολο του ακαδημαϊκού προσωπικού και εκπροσώπους φοιτητών και διοικητικού προσωπικού, και το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου, το οποίο είναι ένα όργανο που περιλαμβάνει 7 εξωπανεπιστημιακούς, διακεκριμένα μέλη της κοινωνίας και από τους πανεπιστημιακούς περιλαμβάνει ex officio την Πρυτανεία, δηλαδή τον Πρύτανη και τους Αντιπρυτάνεις και δυο μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού τα οποία εκλέγονται κατ’ ευθείαν από το σύνολο του ακαδημαϊκού προσωπικού.
Ως προς τα μη ακαδημαϊκά μέλη, τα 4 ορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο και τα 3 εκλέγονται από τη Σύγκλητο. Έτσι, ενώ υπάρχει πλειοψηφία των εξωπανεπιστημιακών μελών και αυτό είναι μια διαφορά από το μοντέλο που ανέφερε ο συνάδελφος από την Πορτογαλία, υπάρχουν μέλη εξωπανεπιστημιακά που εκλέγονται από τη Σύγκλητο ως εκφραστή της ακαδημαϊκής κοινότητας και μέλη που ορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Το Συμβούλιο έχει Πρόεδρο το οποίο είναι υποχρεωτικά μη πανεπιστημιακός. Ο Πρόεδρος ορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο και ο Αντιπρόεδρος. Εάν ο Πρόεδρος είναι από τους οριζόμενους από το Συμβούλιο εξωπανεπιστημιακούς, ο Αντιπρόεδρος πρέπει να είναι από εκείνους που έχουν εκλεγεί από τη Σύγκλητο και αντιστρόφως.
Ως προς τις αρμοδιότητές τους: Η Σύγκλητος είναι αρμόδια για όλα τα ακαδημαϊκά θέματα και το Συμβούλιο είναι αρμόδιο για τα θέματα Διοίκησης του Πανεπιστημίου και τα οικονομικά θέματα, τον προϋπολογισμό του Πανεπιστημίου τον υποβάλλει το Συμβούλιο, όχι η Σύγκλητος ή ο Πρύτανης, διά του Προέδρου του και επίσης είναι το όργανο ελέγχου νομιμότητας.
Το Υπουργείο Παιδείας δεν έχει καμία σχέση με τους διορισμούς που γίνονται στα Πανεπιστήμια. Είτε τους διορισμούς του διοικητικού προσωπικού είτε τους διορισμούς του ακαδημαϊκού προσωπικού. Ο έλεγχος νομιμότητας γίνεται από το Συμβούλιο και το Συμβούλιο διορίζει. Εάν υπάρξει οποιαδήποτε διαφορά ή παράπονο από ενδιαφερόμενο, η υπόθεση λύνεται στα Δικαστήρια με προσφυγή από το άτομο το οποίο έχει έννομο συμφέρον.
Μια άλλη βασική διαφορά του συστήματος των δημόσιων Πανεπιστημίων από το ελληνικό σύστημα συνίσταται στις διαδικασίες εκλογής και ανέλιξης ή εξέλιξης του ακαδημαϊκού προσωπικού. Αυτό αρχίζει με μια πενταμελή Επιτροπή η οποία για τις δυο πιο πάνω βαθμίδες περιλαμβάνει δυο μόνο μέλη από το Πανεπιστήμιο και τρία άλλα εξωτερικά μέλη, υποχρεωτικά από τρεις διαφορετικές χώρες.
Όταν μιλάμε για τις δυο χαμηλότερες βαθμίδες είναι τρία εσωτερικά μέλη και δυο εξωτερικά, πάλι υποχρεωτικά από δυο διαφορετικές χώρες. Αυτό σημαίνει το εξής: Σημαίνει ότι δε μπορεί κάποιος να σταδιοδρομήσει σ’ ένα δημόσιο κυπριακό Πανεπιστήμιο αν δεν έχει διεθνή παρουσία, διότι εξ ορισμού πώς θα κριθεί εάν δεν έχει πράγματα τα οποία θα διαβάσουν οι εξωτερικοί κριτές. Αυτό σημαίνει ότι τα κυπριακά Πανεπιστήμια, τα δημόσια Πανεπιστήμια, το κάθε μέλος έχει διαρκή διεθνή παρουσία, αυτή τη στιγμή έχουμε έναν μέσο όρο περίπου δημοσιευμάτων, δύο το χρόνο στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου βέβαια είναι πολύ πιο νέο Πανεπιστήμιο, μόλις τώρα αποκτά 4ο έτος σπουδών, αλλά είναι οργανωμένο με τον τρόπο αυτό και κατά τη νομοθεσία είναι ερευνητικά οργανωμένα Πανεπιστήμια. Η κύρια έμφαση ως προς την ανέλιξη του προσωπικού είναι στην ερευνητική τους επίδοση.
Επίσης, το Πανεπιστήμιο επιτρέπει και δίνει κίνητρα για την αλληλεπίδραση ακαδημαϊκού προσωπικού με την κοινωνία και την οικονομία αφήνοντάς τους να κερδίζουν στο Πανεπιστήμιο Κύπρου μέχρι και 100% του μισθού τους από άλλες πηγές όπως είναι τα ερευνητικά προγράμματα, η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών στους ιδιώτες στο κράτος, πατέντες και ούτω καθ” εξής .
Στα δημόσια Πανεπιστήμια δεν έχουμε δίδακτρα στο προπτυχιακό επίπεδο, αλλά έχουμε δίδακτρα στο μεταπτυχιακό επίπεδο. Είναι ενδιαφέρον να σημειώσει κανένας ότι ως προς το προπτυχιακό επίπεδο, υπάρχει ένα συγκεκριμένο ποσό που αναλογεί ως δίδακτρα για τον κάθε φοιτητή, που καταβάλλονται από την πολιτεία στο Πανεπιστήμιο, ξεχωριστά από τον υπόλοιπο προϋπολογισμό. Και αυτό για να είναι αποδεκτό ότι ο κάθε φοιτητής στοιχίζει.
Ως προς τις μεταπτυχιακές σπουδές, τα Πανεπιστήμια όπως είπα έχουν δίδακτρα, τα οποία διαχειρίζονται από μόνα τους. Αναφέρονται στον προϋπολογισμό τους αλλά τα διαχειρίζονται από μόνα τους. Οι σπουδές είναι παντού τετραετείς. Και στις Πολυτεχνικές Σχολές, έχουμε δυο Πολυτεχνικές Σχολές, σε όλες τις Σχολές πλην της Ιατρικής που αρχίζει στο Πανεπιστήμιο Κύπρο, άρχισε δηλαδή, ιδρύθηκε, θα βάλει φοιτητές το έτος 2012-13, οι σπουδές είναι 4ετείς.
Το σύστημα είναι πολύ πιο αποτελεσματικό, βέβαια με τις ελληνικές πολυτεχνικές βρήκαμε μια λύση ως προς την ισοτίμηση, αλλά δεν είναι της ώρας να περιγράψω τις λεπτομέρειες. Γνωρίζοντας καλά το ελληνικό σύστημα και έχοντας ένα γιο που είναι τελειόφοιτος σε ελληνική Πολυτεχνική Σχολή, θεωρώ ήδη ότι είναι άκρως υπερβολικό, για να πάρει ένας φοιτητής το πτυχίο του σε μια Πολυτεχνική Σχολή να θέλει να περάσει 64 μαθήματα, όπως συμβαίνει στην Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας που είναι τελειόφοιτος ο γιος μου. Είναι υπερβολικό, είναι σπατάλη πόρων. Και δε νομίζω ότι τον κάνει καλύτερο Μηχανικό.
Δεν έχουμε άσυλο, δεν υπάρχει νομοθετημένο άσυλο, επομένως θεωρητικά μπορεί να μπει η Αστυνομία. Πρέπει να πω ότι όταν ήμουν στην Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Κύπρου, καλέσαμε μία φορά την Αστυνομία, μόνο μία φορά, η οποία μπορεί να μπει αλλά ποτέ δεν πήγε η Αστυνομία χωρίς συνεννόηση με τις Πρυτανικές Αρχές, την καλέσαμε μόνο μία φορά διότι μετά από ένα ποδοσφαιρικό αγώνα οι χούλιγκανς της μιας από τις ομάδες μπήκαν στο πανεπιστήμιο και άρχισαν να χτυπάνε φοιτητές. Και βέβαια ουδείς διαμαρτυρήθηκε γιατί κλήθηκε από την Πρυτανεία η είσοδος της Αστυνομίας στο πανεπιστήμιο για το λόγο αυτό.
Έχουμε τα τρία ιδιωτικά πανεπιστήμια και το τέταρτο που έρχεται, αυτά τα πανεπιστήμια υπήρξαν προ της πανεπιστημιοποίησής τους κολέγια που παρείχαν μεταλυκειακές σπουδές. Θέλω να σημειώσω ότι έξι ιδρύματα κρίθηκαν, τρία πήραν την άδεια, μετά από μια μακρότατη διαδικασία διαρκούς αξιολόγησης η οποία έγινε από ένα Σώμα του Υπουργείου Παιδείας, το Συμβούλιο Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης και Πιστοποίησης.
Το οποίο Συμβούλιο έφτιαχνε ad hoc Επιτροπές για το κάθε αντικείμενο, για τις υποδομές, για την ποιότητα των σπουδών, για την ποιότητα της φοιτητικής ζωής και αξιολογούσε τα ιδρύματα αυτά επί δέκα περίπου χρόνια. Και πήραν την άδεια, όταν ξεπέρασαν ένα ορισμένο επίπεδο ποιότητας ως προς την οργάνωση και τις σπουδές τους.
Ως προς τη δομή τους, επίσης μοιάζουν με τα δημόσια πανεπιστήμια κατά το ότι διοικούνται από Σύγκλητο και Συμβούλιο, παραδέχομαι ότι έχουμε προβλήματα με αυτά διότι ακόμα υπάρχει μεγάλη εμπλοκή της ιδιοκτησίας στη διοίκηση.
Και όταν τελευταία τους κάλεσα για να τους δω τους είπα αν νοιάζεστε για τα ιδρύματά σας δεδομένου ότι η μητέρα-φύση φροντίζει για όλους, έτσι κι αλλιώς εσείς μετά από μερικά χρόνια δε θα υπάρχετε, αυτονομείστε τα από εσάς και τις οικογένειές τους, ώστε ενδεχομένως να δούμε εξελίξεις όπως εκεί που έχουμε μεγάλες επιτυχίες στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, όπως σε κάποια από τα ιδιωτικά πανεπιστήμια της Αμερικής.
Η αξιολόγηση είναι μόνιμο συστατικό του κυπριακού πανεπιστημιακού συστήματος. Το Πανεπιστήμιο Κύπρου στα 20 χρόνια της ύπαρξής του αξιολογήθηκε διεθνώς τέσσερις φορές. Αξιολογήθηκε πρώτα στο επίπεδο των τμημάτων, αξιολογήθηκε στη συνέχεια στο επίπεδο του ιδρύματος από το European University Association, έγινε μετά follow up και τώρα ξανά αξιολογείται στο επίπεδο των τμημάτων.
Θεωρείται αυτονόητο ότι η αξιολόγηση είναι μια πολύ θετική διαδικασία αν την πάρουν σοβαρά το πανεπιστήμιο, τα συστατικά του δηλαδή τα τμήματα και οι σχολές και βέβαια αν την πάρει σοβαρά η Πολιτεία ώστε να δώσει τους πόρους και τη στήριξη και να κάνει τις θεσμικές αλλαγές που χρειάζονται ώστε να βελτιωθεί το ίδρυμα.
Επιτρέψτε μου να κάνω μία παρέκβαση από την ομιλία, διότι έχω την εμπειρία της αξιολόγησης του συστήματος της Ολλανδίας, ως μέλος της Διεθνούς Επιτροπής που ορίστηκε από την Ολλανδική Κυβέρνηση για να αξιολογήσει στην έρευνα όλα τα ψυχολογικά τμήματα των πανεπιστημίων της Ολλανδίας πριν από πέντε-έξι χρόνια περίπου.
Το ολλανδικό σύστημα είχε μέχρι τη δεκαετία του ΄60 περίπου πάνω-κάτω τα ίδια προβλήματα που έχει το ελληνικό σύστημα και έκαναν τη μεταρρύθμιση γύρω στο ΄70 προς την οποία κινείται η μεταρρύθμιση την οποία περιέγραψε προηγουμένως η Υπουργός η κα Διαμαντοπούλου.
Μετακινήθηκαν βέβαια σε ένα εξαιρετικά αυστηρό σύστημα, όλοι διορίζονται με μια διαδικασία σαν αυτή την οποία περιέγραψε ο Υπουργός από την Πορτογαλία, δηλαδή ο Πρύτανης επιλέγεται από το Συμβούλιο του πανεπιστημίου, ο Πρύτανης μαζί με το Συμβούλιο της σχολής επιλέγει τον Κοσμήτορα, ο Κοσμήτορας με τον Πρύτανη και το Συμβούλιο του τμήματος επιλέγουν τους Προέδρους των τμημάτων και πάει λέγοντας.
Κι έχουν ένα απίστευτα σκληρό σύστημα, ως προς τη διάθεση των πόρων, όπου ο Πρόεδρος μπορεί να κλείνει τομείς, ο Κοσμήτορας μπορεί να κλείνει τμήματα, ο Πρύτανης μπορεί να κλείνει σχολές, ή να ανακατανέμει τους πόρους ανάλογα με την επιτυχία τους και την επίδοσή τους στη διεθνή έρευνα.
Το αποτέλεσμα είναι ότι τα ολλανδικά πανεπιστήμια είναι από τα καλύτερα πανεπιστήμια της Ευρώπης και σίγουρα έχουν τα περισσότερα πανεπιστήμια στα καλύτερα εκατό πανεπιστήμια του κόσμου από οποιανδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Παίρνοντας το δικαίωμα, παρόλο που ως Υπουργός άλλης χώρας μπορεί να μην έχω δικαίωμα να το πω, αλλά παίρνοντας το δικαίωμα ότι έχω ζήσει τη μισή μου ζωή στην Ελλάδα, είμαι δημότης και Θεσσαλονίκης εκτός από την Αμμόχωστο και νοιαζόμαστε, θεωρώ ότι τα προβλήματα τα οικονομικά που αντιμετωπίζει η Ελλάδα προφανώς είναι σύμπτωμα, δεν είναι αιτία. Δεν πετύχαμε όντας πολύ ενδοσαφείς και πολύ ομφαλοσκοπούντες να προσδιορίσουμε το ρόλο μας στον σύγχρονο κόσμο.
Γιατί να μην έχουμε τρία πανεπιστήμια στα καλύτερα εκατό πανεπιστήμια του κόσμου; Είναι καλά τα Νόμπελ Λογοτεχνίας, αλλά γιατί να μην έχουμε πάρει ένα Νόμπελ σε οποιαδήποτε από τις θετικές επιστήμες; Αυτά τα πράγματα η κοινωνία τα θέλει από μας, τα ζητάει από μας και έχουμε την υποχρέωση να τα δώσουμε. Αν θέλετε και τα ιστορικά μας προβλήματα δεν είναι άσχετα από την πολλή ενασχόλησή μας με το παρελθόν μας. Είναι λαμπρό, αλλά οφείλουμε να δώσουμε στα παιδιά μας κι ένα λαμπρό μέλλον.
Θα καταλήξω προτού πάω στα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης για τα άλλα επίπεδα της εκπαίδευσης και πρέπει να πω ότι τώρα καθώς το σύστημα έχει ωριμάσει σχετικά και καθώς έχουμε μία σειρά νόμων που διέπουν τα πανεπιστήμια, υπήρξε ο ιδρυτικός νόμος του Πανεπιστημίου Κύπρου, στη συνέχεια ο ιδρυτικός νόμος του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου του ανοιχτού, ο ιδρυτικός νόμος για τα πανεπιστήμια τα ιδιωτικά.
Συστήσαμε ως Κυβέρνηση μία Επιτροπή Πρυτάνεων, με επικεφαλής τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου και μέλη Πρυτάνεις και από τα ιδιωτικά και από τα δημόσια πανεπιστήμια και μας έφεραν μια πρόταση για ενοποίηση και αναμόρφωση της νομοθεσίας, ώστε ένας νόμος να διέπει όλα τα πανεπιστήμια, ιδιωτικά και δημόσια.
Αλλά και «πτυχές» αυτής της πρότασης, η οποία ως πολιτικό κείμενο εγκρίθηκε ήδη από το Υπουργικό Συμβούλιο, είναι ότι οριοθετείται, διασφαλίζεται και κατοχυρώνεται πλήρως η αυτονομία των πανεπιστημίων, κατοχυρώνονται οι μηχανισμοί λογοδοσίας των πανεπιστημίων και του ελέγχου της ποιότητας των προσφερόμενων προγραμμάτων σπουδών.
Αναδεικνύονται τα Συμβούλια των πανεπιστημίων ως όργανα που μπορούν να ψηφίζουν κανονισμούς που διέπουν τη λειτουργία των πανεπιστημίων, επομένως αυτονομούνται ακόμα περισσότερο από την Πολιτεία. Επιτρέπεται το διοριστικό σύστημα επιλογής Πανεπιστημιακών Αρχών αν το πανεπιστήμιο με μια σειρά ισχυρών προνοιών των οργάνων του το επιθυμεί.
Και δημιουργείται ένα Συμβούλιο Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης ως επιστημονικό-επιτελικό Συμβούλιο που βοηθάει την Πολιτεία στη χάραξη και εφαρμογή πολιτικής ως προς τα πανεπιστήμια. Και μαζί με αυτό δημιουργούμε έναν ενιαίο φορέα πιστοποίησης και διασφάλισης της ποιότητας που θα είναι υπεύθυνος για τη συνεχή αξιολόγηση των πανεπιστημίων ιδιωτικών και δημόσιων.
Κι ένα τελικό σχόλιο, ως προς το χρέος που έχουν τα πανεπιστήμια για την ποιότητα της εκπαίδευσης στις άλλες δύο βαθμίδες και αυτό μπορώ να το πω όντας επί πολλά χρόνια Καθηγητής σε μια από τις λεγόμενες καθηγητικές σχολές του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ήμουν στη Φιλοσοφική στο Τμήμα Ψυχολογίας.
Είμαστε ως χώρες η Ελλάδα και η Κύπρος απελπιστικά πίσω στην ποιότητα των σπουδών των Καθηγητών που πηγαίνουν στη μέση εκπαίδευση. Στο όνομα μιας αυτονομίας των καθηγητικών σχολών και στο όνομα της υποτιθέμενης καλής εκπαίδευσής τους στους κλάδους μαθηματικά, φυσική, χημεία, βιολογία, ελληνικά και ούτω καθεξής, αγνοήσαμε παντελώς την προετοιμασία καλών εκπαιδευτικών.
Ειδικά σήμερα που συμβαίνει κυριολεκτικά μία επανάσταση, η λεγόμενη γνωστική επανάσταση, που έχει αλλάξει τον τρόπο εντελώς που βλέπουμε την αρχιτεκτονική της ανθρώπινης σκέψης, την ανάπτυξη της ανθρώπινης σκέψης από τη γέννηση μέχρι την ενηλικίωση, τη μετατροπή αυτών των γνώσεων σε μεθόδους διδασκαλίας, τη μετατροπή τους σε τεχνολογία για την εκπαίδευση, οφείλουμε θεωρώ να αναδιοργανώσουμε πλήρως τα προγράμματα σπουδών για την προετοιμασία των εκπαιδευτικών και της δημοτικής παρόλο που εκεί είναι καλύτερα γιατί σπουδάζουν και δάσκαλοι, αλλά κυρίως της μέσης εκπαίδευσης.
Το πρώτο πράγμα που έκανα ως Υπουργός Παιδείας όταν πήγα στο Υπουργείο Παιδείας ήταν να ζητήσω από τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου που έχει τρεις-τέσσερις διαφορετικές καθηγητικές σχολές, να φέρουν πρόγραμμα σπουδών για Καθηγητές μέσης εκπαίδευσης σε όλους τους κλάδους. Έχουν περάσει τρία χρόνια και δε μας το δώσανε, επικαλούμενοι επιχειρήματα που ακούγονται κι εδώ «μα φέτος θέλουμε να βγαίνουν καλοί Φυσικοί, τους θέλουμε να βγαίνουν καλοί Μαθηματικοί» και πάει λέγοντας.
Σωστό αυτό και κανένας δε θέλει τα πανεπιστήμια να μη βγάζουν καλούς Φυσικούς, Χημικούς και ούτω καθεξής, αλλά οι περισσότεροι από τους απόφοιτους αυτούς θα γίνουν Εκπαιδευτικοί και δεν αρκεί η προϋπηρεσιακή τους κατάρτιση από το Υπουργείο Παιδείας.
Όπως ο Μηχανικός για να γίνει καλός Μηχανικός πρέπει να συγκροτηθεί ως Μηχανικός από το πρώτο έτος σπουδών ως το τελευταίο, όπως ο Γιατρός για να γίνει καλός Γιατρός πρέπει να συγκροτηθεί Γιατρός από το πρώτο έτος σπουδών ως το τελευταίο, έτσι και ο Εκπαιδευτικός πρέπει να συγκροτηθεί ως Εκπαιδευτικός από το πρώτο έτος ως το τελευταίο.
Καλώ λοιπόν επειδή μας αφορά άμεσα και στην Κύπρο, διότι οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί της μέσης εκπαίδευσης προέρχονται από την Ελλάδα, καλώ τα πανεπιστήμια να μας δώσουν καλούς εκπαιδευτικούς σχεδιάζοντας εξαρχής προγράμματα σπουδών γι΄ αυτό το σκοπό και αυτό θα σήμαινε διεπιστημονικότητα και θα σήμαινε διατμηματικότητα.
Είναι καλό να αλληλεπιδράσουν τα Τμήματα Παιδαγωγικών Σπουδών δημοτικής ή προδημοτικής εκπαίδευσης, με τις σχετικές σχολές της Βιολογίας, της Φυσικής και ούτω καθεξής και μεταξύ τους, ώστε η Κύπρος
-άκουσα προηγουμένως ότι η Ελλάδα είναι 5η στις δαπάνες για τα πανεπιστήμια, αλλά 24η στην απόδοση- η Κύπρος είναι η πρώτη στην Ευρώπη στις δαπάνες για τη μέση και τη δημοτική εκπαίδευση και σε κάθε διεθνή σύγκριση είμαστε οι τελευταίοι, γιατί προφανώς σημαίνει ότι με όλους τους τρόπους σπαταλούμε τα χρήματά μας.
Έχουμε χρέος προς την κοινωνία, προς τα παιδιά μας, που οφείλουμε να διασφαλίσουμε το μέλλον τους, να τους δώσουμε καλή παιδεία, ώστε οι χώρες και ο πολιτισμός να έχει διαρκή εποικοδομητική παρουσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην Ευρώπη γενικότερα και στον σύγχρονο κόσμο.
Ευχαριστώ πολύ.